- αμφοδάρχης
- (I)ἀμφοδάρχης, ο (Α)ο επικεφαλής ενός τετραγώνου ή μιας συνοικίας (βλ ἄμφοδον)[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄμφοδον + -αρχης < ἄρχω].————————(II)ο αρχ.αξιωματούχος της ελληνιστικής εποχής στην Αίγυπτο, που αρχικά είχε ως καθήκον την επιθεώρηση των οδών (αμφόδων) και αργότερα τον έλεγχο τής φορολογίας κατά συνοικίες.
Dictionary of Greek. 2013.